двухсотый - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

двухсотый - translation to Αγγλικά


двухсотый      
ord
num., two hundredth
two-hundredth      

общая лексика

двухсотый

two hundredth      

общая лексика

двухсотый

Ορισμός

двухсотый
1. м. разг.
Тот, кто в каком-л. множестве следует за сто девяносто девятым.
2. прил.
Порядковое от числит.: двести; следующий за сто девяносто девятым при счете, нумерации и т.п.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για двухсотый
1. А душа твоя - "двухсотый". Побродишь еще, потаскаешь это тело.
2. Так Кремлевская сокровищница празднует свой двухсотый день рождения.
3. От этой болезни страдает каждый двухсотый житель планеты.
4. Двухсотый сыграет 21 июня в Базеле одна из четвертьфинальных пар.
5. - О.О.): "У тебя шесть двухсотых". Двухсотый - это значит труп.
Μετάφραση του &#39двухсотый&#39 σε Αγγλικά